Υπάρχουν άνθρωποι που χρησιμοποιούν πολύ συχνά τις λέξεις «συγγνώμη» και «λυπάμαι» (όπως συχνά μεταφράζεται η αγγλική φράση «Ι’m sorry»). Τις χρησιμοποιούν σε κάθε περίσταση, ακόμα και για παράγοντες που ξεφεύγουν εντελώς του ελέγχου τους. Μπορεί όμως κάποιος να το παρακάνει με την απολογητική του συμπεριφορά, διερωτάται η Washington Post συγκεντρώνοντας τα δεδομένα επιστημονικών μελετών που έχουν απασχοληθεί με το θέμα.
«Λυπάμαι που βρέχει»
Μπορεί κανείς να λυπάται για την… βροχή; Αυτό προσπάθησαν να απαντήσουν ερευνητές σε μελέτη για την επίδραση της περιττής συγγνώμης. Το πείραμα ήθελε ένα άνδρα να πλησιάζει αγνώστους που περίμεναν σε σιδηροδρομικό σταθμό κατά την διάρκεια μιας βροχερής ημέρας ζητώντας τους να δανειστεί το κινητό τους τηλέφωνο. Το 91% δεν του το προσέφεραν.
Όταν όμως δοκίμασε μια διαφορετική προσέγγιση, εκφράζοντας πρώτα την λύπη του για τον βροχερό καιρό, είχε μεγαλύτερη επιτυχία. Σχεδόν οι μισοί από τους αγνώστους που ο άνδρας προσέγγισε με απολογητικό ύφος, του παρέδωσαν το τηλέφωνό τους.
Τα ευρήματα, από τους ερευνητές του Harvard Business School και του Wharton School του Πανεπιστημίου της Πενσυλβάνια, μπορεί να εκπλήξουν όσους βρίσκουν ενοχλητικούς αυτούς που ζητούν συχνά συγγνώμη, σημειώνει η WP, προσθέτοντας πως το πείραμα στο σταθμό μαζί με άλλες έρευνες για την ανθρώπινη συμπεριφορά και ψυχολογία, υποδηλώνουν ότι η πράξη του να λες «συγγνώμη» και «λυπάμαι», σε διάφορες περιστάσεις, είναι ένας αποτελεσματικός τρόπος για να δείξεις ενσυναίσθηση προς τους άλλους.
Μιλώντας στην WP, η Άλισον Γουντ Μπρουκς, αναπληρώτρια καθηγήτρια στο Harvard Business School που έχει συμμετάσχει σε τέσσερις μελέτες σχετικά με τις περιττές συγγνώμες, εξηγεί ότι δεν πρόκειται για κατάχρηση αλλά αναγνώριση του πόνου κάποιου άλλου, ακόμα κι αν είναι για κάτι απίστευτα ασήμαντο.
Η έναρξη μιας συζήτησης με τη φράση «ω, συγγνώμη που ενοχλώ», μπορεί να φαίνεται περιττή αλλά πρόκειται για μια μικρή προσπάθεια αναγνώρισης της κατάστασης κάποιου άλλου και έχει τα πλεονεκτήματά της, σημειώνουν οι ερευνητές.
Υπάρχει διαφοροποίηση ανάλογα με το φύλο;
Σε άλλη έρευνα, η αναπληρώτρια καθηγήτρια ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο του Πίτσμπουργκ, Καρίνα Σούμαν, εξετάζει αν επηρεάζει το φύλο στις απολογητικές συμπεριφορές. Σύμφωνα με την έρευνά της, κατά μέσο όρο, οι γυναίκες ζητούν συγγνώμη λίγο περισσότερο από τους άνδρες.
Αλλά αυτό συμβαίνει πιθανώς επειδή οι γυναίκες είναι πιο πιθανό να παρατηρήσουν ότι μια δεδομένη συμπεριφορά μπορεί να είναι προσβλητική και, επομένως, αξίζει περισσότερο μια συγγνώμη.
Το αντιληπτό χάσμα μεταξύ των φύλων «δεν είναι τόσο μεγάλο όσο νομίζουν οι άνθρωποι», διευκρινίζει η καθηγήτρια, προσθέτοντας ότι δεν είναι σαφές εάν οι γυναίκες υποφέρουν από οποιεσδήποτε συνέπειες λέγοντας τακτικά συγγνώμη. «Οι άνδρες ζητούν συγγνώμη εξίσου συχνά με τις γυναίκες όταν αντιλαμβάνονται ότι έχουν κάνει κάτι λάθος. Μόλις προκληθεί ως προσβολή κάτι στο μυαλό τους, είναι εξίσου πρόθυμοι να ζητήσουν συγγνώμη».
Ποιοι ζητούν συγγνώμη
Όμως οι άνθρωποι έχουν διαφορετική αντίληψη, ή «βασικές γραμμές», για το πότε πρέπει να ζητήσουν συγγνώμη σε κάποιον άλλο, συνεχίζει η Σούμαν.
Μάλιστα, σε άλλη μελέτη της, καταλήγει στο προφίλ των ανθρώπων που είναι πιο πιθανό να ζητήσουν συγγνώμη ή να εκφράσουν την λύπη τους για κάτι. Πρόκειται για άτομα που είναι λιγότερο ναρκισσιστές και διαθέτουν περισσότερη ενσυναίσθηση. Θεωρούνται επίσης πιο συχνά από τους άλλους ως φιλικοί και ηθικοί.
«Η συγγνώμη είναι απίστευτα αποτελεσματική τις περισσότερες φορές», λέει η Σούμαν «Οι συγγνώμες χρειάζονται πραγματικά στις περισσότερες σχέσεις μας για την εξομάλυνση των καθημερινών προστριβών και στη συνέχεια για να βοηθήσουν στην επίλυση των μεγαλύτερων».
Ωστόσο, δεν είναι παραδοχή ενοχής κάθε «συγγνώμη» και κάθε «λυπάμαι», σημειώνει από την πλευρά της η Ντέμπορα Τάνεν, καθηγήτρια γλωσσολογίας στο Πανεπιστήμιο Τζορτζτάουν. «Συχνά γίνεται απλώς αυτόματα», λέει, προσθέτοντας: «Μπορείτε να το ονομάσετε κοινωνικό λιπαντικό. Και η γλώσσα είναι γεμάτη από αυτό».
Γίνεται να το παρακάνει κάποιος;
Μερικοί άνθρωποι πιστεύουν ότι υπάρχουν μειονεκτήματα στη συχνή χρήση λέξεων όπως «συγγνώμη» και «λυπάμαι». Σύμφωνα με τη Σούμαν, ένα άτομο που ζητά συγγνώμη συχνά μπορεί να θεωρηθεί λιγότερο δυναμικό ή ισχυρό. Αλλά αυτό μπορεί να οφείλεται στο γεγονός ότι μερικοί άνθρωποι δεν μπορούν να νιώσουν έτσι πραγματικά.
Πάντως τον Μαουρίς Σβάιτσερ, καθηγητή στο Wharton School, δεν υπάρχουν αρκετές μελέτες για να απαντηθεί το ερώτημα, εάν δηλαδή κάποιος ζητά συγγνώμη πολύ συχνά. Ωστόσο, ο ίδιος πιστεύει ότι η υπερβολική χρήση της συγγνώμης μπορεί να σημαίνει ότι κάποιος δεν έχει αυτοπεποίθηση. «Νομίζω ότι η συγγνώμη είναι το είδος του εργαλείου που δείχνει ενδιαφέρον για τους άλλους ανθρώπους. Δείχνει τη λήψη προοπτικής. Όταν προσπαθούμε να οικοδομήσουμε μια σχέση ή προσπαθούμε να φτιάξουμε μια σχέση, μια συγγνώμη μπορεί να είναι πολύ αποτελεσματική».
Άρα πότε να ζητάμε συγγνώμη; Σύμφωνα με την Τάνεν, η συγγνώμη είναι «ένα από τα πιο ισχυρά όπλα» που μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε μια διαμάχη για να παύσει η σύγκρουση. Όταν γίνει σωστά, μια αποτελεσματική συγγνώμη μπορεί να επιλύσει δύσκολες καταστάσεις.
Για να είναι αποτελεσματική όμως η συγγνώμη, πρέπει να συνοδεύεται από μετάνοια και μια υπόσχεση αλλαγής, προσθέτει ο Σβάιτσερ. Δίνει μάλιστα το παράδειγμα των νοσοκομείων που όταν επέτρεψαν στους γιατρούς να ζητούν συγγνώμη από τους ασθενείς ή τις οικογένειές τους για ένα ιατρικό λάθος, μειώθηκε ο αριθμός των αγωγών εναντίον αυτού του νοσοκομείου.
«Εάν γίνει σωστά, η συγγνώμη δημιουργεί έναν διαχωρισμό μεταξύ του ανθρώπου του παρελθόντος και του ανθρώπου του σήμερα», λέει ο Σβάιτσερ. «Αυτή η υπόσχεση για αλλαγή αποδεικνύεται ότι είναι ένα πραγματικά σημαντικό συστατικό μιας αποτελεσματικής συγγνώμης». Γι’ αυτό και όταν ζητάει κανείς συγγνώμη, πρέπει να αποδέχεται την ευθύνη για ό,τι πήγε στραβά και να μην δικαιολογείται.