Οι θεσμοί βρέθηκαν την περασμένη Τρίτη στη χώρα μας και το μήνυμα που έστειλαν ήταν σαφές: Τέλος σε κάθε σενάριο για καθολική κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης και του τέλους επιτηδεύματος, αλλά και για μείωση των ειδικών φόρων κατανάλωσης στα καύσιμα.
Με το δημοσιονομικό χρέος να εκτινάσσεται το περασμένο έτος στο 206% του ΑΕΠ, το ιδιωτικός χρέος να ξεπερνά κάθε προηγούμενο και τα ελλείμματα να διογκώνονται λόγω πανδημίας, οι ελέγκτες ενέκριναν μεν με συγκρατημένη αισιοδοξία το προσχέδιο του προϋπολογισμού για το 2022, αλλά απέκλεισαν οποιαδήποτε πρόσθετη φοροελάφρυνση.
Εντονότερη ανησυχία, μάλιστα, φαίνεται πως προκαλούν οι οφειλές επιχειρηματιών και πολιτών προς τις τράπεζες – με πληθος μη εξυπηρετούμενων και αρρύθμιστων δανείων – αλλά και οι απλήρωτες ασφαλιστές εισφορές.
«Καμπανάκι» έκρουσαν, ωστόσο, οι θεσμοί και για τις τεράστιες καθυστερήσεις στην έκδοση των συντάξεων. Στο πλαίσιο αυτό εντάσσονται, πιθανώς, και οι ανακοινώσεις του Κωστή Χατζηδάκη για τον «πύργο ελέγχου» στον ΕΦΚΑ, με διακηρυγμένο στόχο τις 3 συντάξεις ανά υπάλληλο την ημέρα.
Η επιτήρηση φρενάρει μέτρα ανακούφισης των νοικοκυριών
Σύμφωνα με τα όσα μετέφερε αρμόδιος κυβερνητικός παράγοντας στο «Βήμα της Κυριακής», μπορεί μεν οι δημοσιονομικοι κανόνες να είναι πιο χαλαροί λόγω πανδημιας, ωστόσο η δημοσιονομική επιτήρηση εξακολουθεί με αμείωτη ΄ένταση.
Αυτό σημαίνει πως μέτρα που κατά καιρούς μελετά η κυβέρνηση όπως η καθολική κατάργηση της εισφοράς αλληλεγγύης , η κατάργηση του τέλους επιτηδεύματος ή οι μειώσεις στη φορολογία των καυσίμων δεν μπορούν να λάβουν την έγκριση των θεσμών.
Κάπως έτσι μένει να φανεί το πώς θα κατορθώσει να διαχειριστεί το Μέγαρου Μαξίμου την τρέχουσα ενεργειακή κρίση και το κύμα ανατιμήσεων που ήδη «χτυπάει» τα νοικοκυριά, με δεδομένο πως ήδη δέχεται πιέσεις από πολίτες που έχουν μείνει εκτός των πρόσφατων εξαγγελιών, όπως οι χαμηλοσυνταξιούχοι και οι άνεργοι.