To συμβούλιο επίβλεψης (oversight board) του Facebook αποφάσισε την Τετάρτη να διατηρήσει την αναστολή χρήσης που είχε επιβληθεί στον πρώην πρόεδρο των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ, ωστόσο αποφάνθηκε ότι η απόφαση για επ’αόριστον αναστολή δεν ήταν σωστή, και έδωσε περιθώριο έξι μηνών για να καταλήξει σε μια «αναλογική αντίδραση».
Ο πρώην πρόεδρος χαρακτήρισε την απόφαση και το «ban» σε βάρος του σε πολλές πλατφόρμες «εντελώς ντροπιαστικό» και υποστήριξε ότι οι εταιρείες θα «πλήρωναν ένα πολιτικό κόστος».
Όπως αναφέρει το Reuters, η απόφαση αναμενόταν εναγωνίως, καθώς θα υποδείκνυε πώς ακριβώς η μεγαλύτερη εταιρεία κοινωνικής δικτύωσης στον κόσμο θα αντιμετωπίζει πολιτικούς που παραβαίνουν τους κανόνες της στο μέλλον- ένα ιδιαίτερα φλέγον ζήτημα για τις online πλατφόρμες.
Το συμβούλιο, που δημιουργήθηκε από το Facebook για να αποφασίζει πάνω σε ένα μικρό μέρος των θεμάτων που προκύπτουν σχετικά με το περιεχόμενο, αποφάνθηκε ότι η εταιρεία είχε δίκιο που μπλόκαρε τον Τραμπ μετά τα επεισόδια της 6ης Ιανουαρίου στο Καπιτώλιο.
Ωστόσο πρόσθεσε ότι το Facebook δεν έπρεπε να είχε επιβάλει αναστολή επ’αόριστον χωρίς ξεκάθαρα στάνταρ, και τόνισε ότι η εταιρεία θα έπρεπε να καθορίσει μια αντίδραση που θα συνάδει με τους κανόνες που ισχύουν για τους άλλους χρήστες. Όπως είπε, το Facebook μπορούσε να ορίσει εάν ο λογαριασμός του θα μπορούσε να αποκατασταθεί, να ανασταλεί προσωρινά ή να μπλοκαριστεί μόνιμα.
«Ποινές επ’αόριστον τέτοιου είδους δεν περνούν τα διεθνή ή αμερικανικά τεστ για σαφήνεια, συνέπεια και διαφάνεια» είπε ο πρώην ομοσπονδιακός δικαστής Μάικλ ΜακΚόνελ, συν-προεδρεύων του συμβουλίου, σε συνέντευξη Τύπου μετά τη δημοσιοποίηση της απόφασης την Τετάρτη.
Σε συνέντευξή του στο Reuters η συν-προεδρεύουσα και πρώην πρωθυπουργός της Δανίας, Έλε Τόρνινγκ- Σμιντ, είπε ότι στα δημόσια πρόσωπα δεν θα έπρεπε να επιτρέπεται να υποκινούν βία ή να βλάπτουν μέσω των αναρτήσεών τους, μα το Facebook «δεν μπορεί απλά να εφευρίσκει νέες κυρώσεις στην πορεία».
Στο πλαίσιο της απόφασης αυτής το συμβούλιο ανέφερε ότι το Facebook αρνήθηκε να απαντήσει σε κάποιες από τις 46 ερωτήσεις που του τέθηκαν, μεταξύ των οποίων πώς το news feed του επηρέαζε την ορατότητα των αναρτήσεων του Τραμπ και εάν η εταιρεία σχεδίαζε να εξετάσει πώς η τεχνολογία της ενίσχυε το περιεχόμενο όπως είχε κάνει στα γεγονότα που οδήγησαν στα επεισόδια στο Καπιτώλιο.
Το συμβούλιο είπε ότι οι υπάρχουσες πολιτικές του Facebook, όπως το να αποφασίζει πότε κάποιο περιεχόμενο έχει πολύ μεγάλη ειδησεογραφική αξία για να απομακρυνθεί, πρέπει να επικοινωνούνται πιο ξεκάθαρα στους χρήστες. Επίσης, ζήτησε από το Facebook να αναπτύξει μία πολιτική για τον τρόπο που μεταχειρίζεται νέες καταστάσεις, όπου οι υπάρχοντες κανόνες του θα ήταν ανεπαρκείς για την πρόληψη βλαβών.
Ο Τραμπ έκανε λόγο για μια κίνηση- ντροπή για τη χώρα και υποστήριξε πως έχει αφαιρεθεί η ελευθερία λόγου από τον πρόεδρο των ΗΠΑ, «επειδή οι τρελοί της ριζοσπαστικής αριστεράς φοβούνται την αλήθεια, μα η αλήθεια θα αναδυθεί έτσι κι αλλιώς, μεγαλύτερη και ισχυρότερη από ποτέ άλλοτε».
Σε συνδιάσκεψη των Financial Times μετά την ετυμηγορία, ο Νικ Κλεγκ, αντιπρόεδρος διεθνών ζητημάτων και επικοινωνίας, είπε πως η εταιρεία ελπίζει να έχει διευθετήσει το ζήτημα πολύ πιο γρήγορα από ό,τι σε έξι μήνες.
Από πλευράς του ο Τραμπ λάνσαρε μια σελίδα για να ανεβάζει μηνύματα, τα οποία οι χρήστες μπορούν να κοινοποιήσουν στους λογαριασμούς τους στο Facebook ή το Twitter. Στην ουσία πρόκειται για ένα blog. Ωστόσο, σύμβουλός του είπε ότι ο Τραμπ σχεδιάζει να λανσάρει επίσης και μια δική του πλατφόρμα κοινωνικής δικτύωσης.